Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Πράγα - Τα τελευταία χρόνια

Η ιστορία της Τσεχίας τον 20 αιώνα έχει μία πολύ περίεργη ιδιομορφία, χαρακτηρίζεται από τρεις περιόδους που η κάθε μία έχει διάρκεια 20 ετών.

Η πρώτη περίοδος ξεκινάει το 1918, όταν σαν αποτέλεσμα της ήττας της Αυστροουγγαρίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο το κράτος αυτό διασπάται. Παρά τους αιώνες προσπαθειών (από τη μάχη του Λευκού Όρους) οι Τσέχοι δεν κατάφεραν να κερδίσουν ποτέ την ανεξαρτησία τους. Αυτή τους προσφέρθηκε απλόχερα τότε. Ένα από τα κράτη που δημιουργήθηκαν ήταν η Τσεχοσλοβακία η οποία περιελάμβανε τα εδάφη της σημερινής Τσεχίας, της Σλοβακίας αλλά και ένα μικρό κομμάτι της Ουκρανίας. Το κράτος ιδρύθηκε 28 Οκτωβρίου 1918 και η μέρα εορτάζεται ακόμη και σήμερα. Αυτή η πρώτη περίοδος ολοκληρώνεται το 1938 όταν στη χώρα εισβάλουν οι Γερμανοί. Οι Τσέχοι μόλις 20 χρόνια μετά την ανεξαρτητοποίηση τους βρίσκονται και πάλι κατακτημένοι.

Αφού πέρασαν δέκα χρόνια, το 1948, ξεκίνησε η δεύτερη εικοσαετής περίοδος. Το ΚΚΤ, έχοντας την υποστήριξη της Μόσχας καταλύει τον κυβερνητικό συνασπισμό και αναλαμβάνει πραξικοπηματικά την εξουσία. Οι αντιδράσεις του λαού απέναντι στο καθεστώς ήταν αυτές που έκλεισαν τον δεύτερο 20ετή κύκλο το 1968. Ήταν η πολυδιαφημισμένη Άνοιξη της Πράγας. Ο λαός είχε αρχίσει να αντιδρά ενάντια στο ΚΚΤ για την οικονομική κρίση που έπληττε τη χώρα και τις ανεπαρκείς κινήσεις του καθεστώτος για βελτίωση της κατάστασης από τις αρχές το ‘60. Η απάντηση όμως του ΚΚΤ ήταν πολύ αργή. Όταν το 1968 αποφάσισε να δοκιμάσει την εφαρμογή ενός προγράμματος που θα μπορούσε να περιγραφεί σαν «κοινωνικός σοσιαλισμός» που είχε σαν άξονες την κατοχύρωση ελευθερίας γνώμης, αναδιάρθρωση της οικονομίας και να αλλάξει τις σταλινικές πρακτικές του παρελθόντος το ΚΚΤ απλά ακολουθούσε τις εξελίξεις, δεν χάρασσε πορεία. Φυσικά και πάλι αυτή η κίνηση ήταν ένα βήμα προς τα εμπρός. Αυτό το βήμα όμως δεν ολοκληρώθηκε, αυτές οι διεργασίες οδήγησαν στην εισβολή μισού εκατομμυρίου στρατιωτών στην Τσεχοσλοβακία από τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας (ΕΣΣΔ, Γερμανία, Πολωνία, Ουγγαρία και Βουλγαρία) για να σταματήσουν αυτές τις αυτονομιστικές τάσεις του ΚΚΤ. Οι Ρώσοι μάλιστα λένε πως δεν μπήκαν μόνοι τους στην Πράγα αλλά τους κάλεσε μία ομάδα του ΚΚΤ που δεν συμφωνούσε με τον κοινωνικό σοσιαλισμό που ήθελε να εφαρμόσει η κυβέρνηση. Έτσι ποτέ δε μάθαμε αν όντως είναι εφαρμόσιμο αυτό το σύστημα και αν όντως θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά για τον κάθε άνθρωπο σε σχέση με τα υπόλοιπα κομμουνιστικά καθεστώτα.

Ο τρίτος κύκλος ήταν ίσως ο πιο ήσυχος από τους τρεις και μάλλον αυτό σημαίνει ότι ήταν και ο πιο άσχημος για τους Τσέχους. Ξεκίνησε το 1969 όταν οι εισβολείς ανέλαβαν πλήρως την εξουσία και ολοκληρώθηκε το 1989 με τη Βελούδινη Επανάσταση. Μία επανάσταση που τη λένε Βελούδινη γιατί δεν είχε θύματα. Οι αντιδράσεις του λαού είχαν ξεκινήσει στις 28 Οκτωβρίου 1988 όταν στα πλαίσια των εορτασμών για την ίδρυση του κράτους έγιναν διάφορες διαδηλώσεις εναντίων των Σοβιετικών δυνάμεων.(Μάλλον στα 20 χρόνια καταπίεσης αρχίζει να αντιδρά ο Τσέχικος εγκέφαλος) Αυτή η κατάσταση, με συνεχείς διαμαρτυρίες συνεχίζεται μέχρι και τον Νοέμβρη του 1989 όταν η πτώση του τείχους του Βερολίνου και η εικόνες χαράς που τη συνοδεύουν δίνουν το τελικό σπιρούνισμα στους Τσέχους. Οι διαδηλώσεις είναι καθημερινές και ειρηνικές αλλά στις 17 Νοέμβρη μία πορεία 15.000 φοιτητών καταστέλλεται βίαια από την αστυνομία του καθεστώτος με αποτέλεσμα τις επόμενες ημέρες των διαδηλώσεων ο κόσμος από 15.000 να φτάσει τις 500.000. Η δύναμη του κόσμου μαζί με την κατάρρευση όλων των κομμουνιστικών καθεστώτων στις γύρω χώρες (καλά, καλά αλλάξτε τη σειρά) αναγκάζουν το ΚΚΤ να αλλάξει το άρθρο του Συντάγματος που λέει ότι το ΚΚΤ είναι πάνω από την κοινωνία και το κράτος. Μέχρι το τέλος του χρόνου οι Ρώσοι έχουν φύγει και για πρώτη φορά από το 1948 οι Τσέχοι έχουν δημοκρατία.

Ένα τελευταίο πράγμα έμενε να γίνει και έγινε το 1993. Τσέχοι και Σλοβάκοι χωρίζουν τα τσανάκια τους με ειρηνικό τρόπο. Το διαζύγιο ήταν συναινετικό αφού συμφωνούσαν και οι δύο πλευρές. Πάντα είχαν καλές σχέσεις (και έχουν ακόμη) αλλά ήθελαν να τραβήξουν τον δρόμο τους. Οι Τσέχοι έλεγαν πως αυτοί δούλευαν για να τρώνε οι άλλοι (στην πλευρά της Τσεχίας ήταν οι βιομηχανίες) ενώ οι Σλοβάκοι έλεγαν πως αυτοί τάιζαν τους Τσέχους (αφού δεν είχαν βιομηχανία ήταν αγρότες και κτηνοτρόφοι).

Η Τσεχία σήμερα ανήκει στην ΕΕ, ζει μία μακρά περίοδο ηρεμίας, για πρώτη φορά τόσο μεγάλη από το 1918 που έγινε ανεξάρτητο κράτος και ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία. Η Πράγα, από την πλευρά της, παραμένει η πιο μαγική πόλη της Ευρώπης όσες χιλιάδες τουριστών και αν είναι μαζεμένες μπροστά στο ρολόι και πάνω στη γέφυρα…

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Πράγα - Ο ποιητής της Πράγας

Ψάχνοντας να βρω ένα θέμα για την επόμενη ανάρτηση με θέμα την Πράγα ήθελα μία πιο σύγχρονη προσωπικότητα. Είδαμε βασιλιάδες, αυτοκράτορες, επιστήμονες αλλά δεν είδαμε καλλιτέχνες. Τελικά κατέληξα στον «ποιητή της Πράγας», ο οποίος δεν είναι ο Κάφκα. Ναι, κάνω αφιέρωμα στην Πράγα και δε θα γράψω τίποτα για τον Κάφκα, όλοι για αυτόν γράφουν! Εγώ θα γράψω για τον «ποιητή της Πράγας» λοιπόν. Το όνομα του; Γιόσεφ Σούντεκ.
Πανοραμική άποψη της γέφυρας του Καρόλου.

Γεννήθηκε το 1896 στο Kolin της Βοημίας και η ζωή του έδειχνε ότι θα ήταν δύσκολη από μικρός. Στα 3 του έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του πήρε την απόφαση να μετακομίσουν στην Πράγα. Στα 15 του ήταν μαθητευόμενος βιβλιοδέτης αλλά ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος διέκοψε την μαθητεία του. Επιστρατεύτηκε και εστάλει στο ιταλικό μέτωπο. Εκεί, ένα λάθος, μία οβίδα των δικών του, του διέλυσε το δεξί χέρι. Για να ζήσει αναγκάστηκαν να του το κόψουν…


Η γέφυρα του Καρόλου σε πρώτο πλάνο
και μακριά στο βάθος το κάστρο.

Αφού ανάρρωσε γύρισε στην Πράγα και έμεινε για κάποιο διάστημα στο Νοσοκομείο Παλαιμάχων. Προφανώς η καριέρα του σαν βιβλιοδέτης είχε τελειώσει. Η πρόταση της κυβέρνησης ήταν να γίνει πλανόδιος πωλητής και να πουλάει καπνό και τσιγάρα για το κρατικό μονοπώλιο. Ο Σούντεκ όμως απέρριψε την πρόταση. Από μικρός είχε δείξει ενδιαφέρον για τη φωτογραφία και μάλιστα είχε πάρει μία μηχανή μαζί του στην Ιταλία όπου έκανε κάποιες σπουδές της Ιταλικής υπαίθρου. Ξεκίνησε λοιπόν να πουλάει φωτογραφίες στο δρόμο. Λίγο καιρό μετά αναγκάστηκε να σταματήσει. Δεν είχε άδεια για να κάνει κάτι τέτοιο. Τότε ένας γιατρός του Νοσοκομείου Παλαιμάχων (ο δρ Νεντόμα) που είχε διακρίνει το ταλέντο του στη φωτογραφία μεσολάβησε για να γίνει δεκτός στο τμήμα φωτογραφίας της Σχολής Γραφικών Τεχνών. Εκεί, ένας καθηγητής του (Νόβακ) του έκανε τη ζωή δύσκολη αφού τον «έκραζε» συνεχώς γιατί τον θεωρούσε ατάλαντο. Τελικά το 1924 κατάφερε και πήρε το πτυχίο του. Λίγο μετά κατάφερε να βρει έναν εκδοτικό οίκο που του έδινε κάποιες δουλειές και έτσι μπόρεσε να φτιάξει το πρώτο του στούντιο, μία παράγκα ήταν που τη μετέτρεψε σε στούντιο ανάμεσα στη Mala Strana και στο ποτάμι.


 Ο Σούντεκ με την αγαπημένη
του μηχανή επ' ώμου.

Αυτό το στούντιο το είχε γεμίσει με παλιές φωτογραφικές μηχανές – αντίκες του περασμένου αιώνα. Αυτές χρησιμοποιούσε και αυτός άλλωστε κάπως έτσι ένοιωθε, σαν απομεινάρι του περασμένου αιώνα. Το 1940 βρήκε την αγαπημένη του μηχανή. Μια πανοραμική Kodak του 1894. Ήταν μία μηχανή τεράστια που ήταν κατόρθωμα μόνο που την κουβαλούσε με το ένα του χέρι σε όλη τη Βοημία για τις φωτογραφίσεις του. Με αυτή τη μηχανή πάντως τράβηξε μερικές εκπληκτικές φωτογραφίες. Κατά το 1950 είχε λυθεί και το βασικότερο πρόβλημα που είχε με την συγκεκριμένη μηχανή, έπαιρνε μόνο ένα φιλμ! Άρα όταν τελείωνε αυτό το ένα φιλμ έπρεπε να γυρίζει σπίτι για να το βγάζει χωρίς να πάρει φως. Μία φίλη του του έδωσε τη λύση. Έφτιαξε έναν τεράστιο μαύρο σάκο που χωρούσε μέσα και αυτόν και τη μηχανή και έτσι κάθε φορά που τελείωνε το φιλμ αντί να γυρίζει στο στούντιο έμπαινε εκεί μέσα και το άλλαζε στα τυφλά!

Οι σπουδαιότερες συλλογές της καριέρας του Σούντεκ ήταν η «Πανοραμική Πράγα» του 1959 (τραβηγμένες με την αγαπημένη του Kodak) αλλά και η συλλογή που τον έκανε γνωστό με φωτογραφίες του Αγίου Βίτου το 1928 για το τέλος των εργασιών (αν και όταν ξαναφωτογράφισε τον ναό το 1942 για τη συλλογή «Αντιθέσεις» είναι ξεκάθαρο ότι οι εργασίες συνεχίζονταν κανονικότατα. Τον καιρό της κατοχής, όταν ακόμα και ένα δένδρο να φωτογράφιζες διέτρεχες τον κίνδυνο να σε κλείσουν μέσα αποσύρθηκε στο στούντιο και ξεκίνησε συλλογές που ολοκληρώθηκαν χρόνια αργότερα. Η πρώτη ήταν «Το παράθυρο του στούντιο μου» (1940 – 1954), η συλλογή « Ένας περίπατος στον κήπο μου» (1940-1976) και η συλλογή «Λαβύρινθοι» με φωτογραφίες από το εσωτερικό του στούντιο του.
Ο Άγιος Βίτο φωτογραφημένος
από τον Γιόσεφ Σούντεκ.

Ένα χαρακτηριστικό που κάνει τον Σούντεκ μεγάλο καλλιτέχνη είναι η συνήθεια που είχε να κάνει ο ίδιος τις μίξεις των διαλυμάτων που χρησιμοποιούσε για την εμφάνιση των φωτογραφιών του. Το θέμα είναι πως δεν ακολουθούσε τις ενδεδειγμένες αναλογίες διαφοροποιώντας μάλιστα από φιλμ σε φιλμ τα διαλύματα κάνοντας κάθε φωτογραφία απόλυτα μοναδική αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα να αναπαραχθεί!

Το τσέχικο κράτος απέδωσε πολλές τιμές στον Σούντεκ αν και υπήρχε από μέρος τους πάντα μία σιωπηλή διαμαρτυρία ότι είναι πολύ ρομαντικός και του αρέσει να φωτογραφίζει τοπία, με αποτέλεσμα να μην αποδίδει τον αγώνα του ανθρώπου στην καθημερινότητα του. Η απαντήσεις του Σούντεκ ήταν φυσικά πως είναι πάρα πολύ χαρούμενος που τον θεωρούν ρομαντικό και ως προς την έλλειψη ανθρώπων στις φωτογραφίες του είχε δηλώσει (στο περίπου): «Είμαι μονόχειρας και κουβαλάω μαζί μου μία τεράστια μηχανή, συνήθως κάνω τόση ώρα να τη στήσω που οι άνθρωποι εξαφανίζονται μέχρι να τους φωτογραφίσω» 

Συνολικά έβγαλε 16 συλλογές, ήταν ένας άνθρωπος που δεν παντρεύτηκε ποτέ, ήταν ντροπαλός και παρά τις απαγορεύσεις της κομμουνιστικής κυβέρνησης κατάφερε στο στούντιο του να έχει μία τεράστια συλλογή από έργα κλασσικής μουσικής που φυσικά περιελάμβαναν και δυτικούς μουσουργούς. Πέθανε στις 15/9/1976 και το στούντιο του λειτουργεί σήμερα σαν μουσείο.